Το Άμστερνταμ, είναι η πρωτεύουσα και ο μεγαλύτερος σε πληθυσμό δήμος της Ολλανδίας. Ιδρύθηκε στα τέλη του 12ου αιώνα ως μικρό αλιευτικό χωριό στις όχθες του ποταμού Άμστελ, από όπου και πήρε το όνομά του! Η ημερομηνία ίδρυσης της πόλης ήταν στις 27 Οκτωβρίου 1275!Σήμερα αποτελεί το οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της χώρας. Ο δήμος έχει έκταση 219,33 χμ² και πληθυσμό 805.166 κατοίκους (Αύγουστος 2013). Η πόλη έχει πληθυσμό 790.044 κατοίκους και η ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή 2.289.762 κατοίκους. Βρίσκεται στο βόρειο μέρος της ευρύτερης περιοχής Ράντσταντ (Randstad), μία από τις μεγαλύτερες μητροπολιτικές περιοχές της Ευρώπης.Το Άμστερνταμ έχει ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά κέντρα στην Ευρώπη, κυρίως από τον 17ο αιώνα, την Χρυσή Εποχή της Ολλανδίας, της οποίας ήταν το εστιακό σημείο. Την περίοδο εκείνη, μια σειρά από ομόκεντρα ημικυκλικά κανάλια, τα περίφημα χράχτεν (grachten) χτίστηκαν γύρω από το κέντρο της παλαιότερης πόλης, τα οποία μέχρι σήμερα προσδιορίζουν τη διάταξη και την εμφάνισή του κέντρου. Κατά μήκος των καναλιών βρίσκονται πολλά όμορφα σπίτια και αρχοντικά· τα περισσότερα κατοικούνται, άλλα είναι πια γραφεία, και μερικά είναι δημόσια κτήρια.Η πόλη είναι γνωστή για πολλά εξαιρετικά μουσεία, όπως το Κρατικό Μουσείο Ρέικσμουζεουμ (Het Rijksmuseum), τo Μουσείο Βαν Γκογκ, το Μουσείο της Πόλης (Het Stedelijk Μuseum), το Σπίτι της Άννας Φρανκ, και την παγκοσμίως γνωστή συμφωνική ορχήστρα της, την Κονσερτχεμπαουόρκεστ, της οποίας η βάση είναι το Κονσερτχεμπάου.Το Άμστερνταμ ιδρύθηκε γύρω στο 1200, σε μία βαλτώδη περιοχή με την ονομασία Άεμεστέλλε στις εκβολές του ποταμού Άμστελ. Αρχικά ήταν οικισμός ψαράδων. Οι πρώτες μόνιμες κατοικίες χτίστηκαν πάνω σε τεχνητά αναχώματα, αρκετά ψηλά, ώστε να εξασφαλίζουν προστασία από τις πλημμύρες. Καθώς ο οικισμός επεικτεινόταν, αυξάνονταν οι διαμάχες και οι ρήξεις μεταξύ των λόρδων βαν Άμστελ και των κόμητων της Ολλανδίας, οι οποίοι είχαν την υποστήριξη των παντοδύναμων επισκόπων της Ουτρέχτης. Οι διαμάχες συνεχίστηκαν και τον επόμενο αιώνα.
Κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα αποφασίστηκε η κατασκευή του πρώτου μεγάλου κάθετου φράγματος (dam), στο στόμιο του ποταμού Άμστελ. Από το «φράξιμο» του ποταμού Άμστελ πήρε η πόλη την ονομασία της (Amstel(r)+dam). Πιθανότατα, ένα τμήμα του Άμστελ όπως είναι σήμερα, είχε τότε επιχωματωθεί. Αυτό αποτέλεσε και τη βάση πάνω στην οποία οργανώθηκε και επεκτάθηκε ο οικισμός, με τελικό αποτέλεσμα, το Άμστερνταμ να αρχίζει να γίνεται εμπορική δύναμη. Όπως επίσης, το τμήμα εκείνο του Άμστελ που, σήμερα, είναι γνωστό ως Ντάμρακ (Damrak), ήταν η απαρχή του λιμένα του Άμστερνταμ. Πρόσφατες ανασκαφές, συνεχίζουν να παρέχουν νέα δεδομένα και να φέρνουν στο φως πληροφορίες για τις απαρχές της ιστορίας της πόλης.
Η πρώτη γραπτή αναφορά στο Άμστερνταμ, είναι ένα έγγραφο με ημερομηνία 27 Οκτωβρίου 1275, με το οποίο ο κόμης Φλόρις ο 5ος δίνει φοροαπαλλαγή στους κατοίκους. Η ακριβής ημερομηνία που το Άμστερνταμ απέκτησε Χάρτα Δικαιωμάτων δεν είναι γνωστή, αλλά μάλλον αυτό να συνέβη λίγο μετά το 1300, με πιθανή ημερομηνία το 1306. Αμέσως μετά, αναφέρεται η πρώτη φορολόγηση της μπίρας! Οι επαφές με το Αμβούργο για το εμπόριο του ποτού, αποτέλεσαν το εφαλτήριο για το Εμπόριο της Ανατολικής Θάλασσας (De Oostzeehandel), όπως ήταν τότε γνωστές οι διεθνείς συναλλαγές μεταξύ των κρατών της Χανσεατικής Ένωσης. Ήδη από τον 15ο αιώνα, το Άμστερνταμ ήταν η σημαντικότερη εμπορική πόλη της Ολλανδίας.Επειδή, παρά ταύτα, η πόλη ήταν κτισμένη σε βαλτώδη περιοχή, τα αποστραγγιστικά έργα συνεχίζονταν με αμείωτη ταχύτητα και, η επέκτασή της δημιούργησε την ανάγκη κατασκευής των πρώτων χράχτεν (grachten), των αστικών καναλιών δηλαδή, για τα οποία το Άμστερνταμ είναι σήμερα παγκοσμίως γνωστό. Μέσω των χράχτεν επιτυγχανόταν η συνεχής και ολοκληρωμένη αποστράγγιση, ενώ τα φερτά υλικά από την κατασκευή τους, χρησιμοποιήθηκαν για την ανύψωση του εδάφους και την κατασκευή κατοικιών. Παρόλ’ αυτά, η μαλακή του φύση (άμμος και τύρφη), επέβαλε την στήριξη των σπιτιών πάνω σε ειδικές κατασκευές από ξύλινους πασσάλους κάτι που, με πιο προηγμένες τεχνικές, συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Η πόλη, τότε, απέκτησε και ένα ιδιότυπο για την εποχή σύστημα διοίκησης. Η μεγάλη οικονομικά άνοδος της αστικής τάξης, δημιούργησε μία φατρία ισχυρών κοινωνικά πολιτών που αναφέρεται ως «φρούτσχαπ» (vroedschap). Η συγκεκριμένη ομάδα πολιτών απέκτησε τέτοια ισχύ, ώστε να έχει το αποκλειστικό προνόμιο διορισμού των διοικούντων την πόλη. Και, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν η πόλη ξεσηκώθηκε εναντίον των Ισπανών το 1578, έδειξε μεγάλη απροθυμία να συμμετάσχει. Μόνον όταν θίχτηκαν τα εμπορικά της συμφέροντα αποφάσισε τελικά να συναινέσει.
Με την προσάρτηση της Αμβέρσας στους Ισπανούς, το 1585, πολλοί κάτοικοί της, ήλθαν στο Άμστερνταμ, μεταφέροντας εκεί όλες τις εμπορικές τους δραστηριότητες. Η έλευσή τους, μαζί με εκείνη των Εβραίων της Πορτογαλίας, έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο σε αυτό που έμεινε στην ιστορία ως ο Χρυσός Αιώνας (De Gouden Eeuw) του Άμστερνταμ και της Ολλανδίας.Τότε ήταν που το Άμστερνταμ απέκτησε τη φήμη τής πιο ανεκτικής-θρησκευτικά και όχι μόνον- πόλης στον κόσμο. Θρησκευτικοί πρόσφυγες από τα μέρη των Κάτω Χωρών που ελέγχονταν ακόμα από την Ισπανία, και Ουγενότοι από τη Γαλλία διωκόμενοι για τη θρησκεία τους, αναζήτησαν ασφάλεια στο Άμστερνταμ.Στις αρχές του 17ου αιώνα το Άμστερνταμ ήταν η πλουσιότερη πόλη στην Ευρώπη. Πλοία απέπλεαν από το Άμστερνταμ προς τη Βόρεια Αμερική, την Αφρική και τις σημερινές Ινδονησία και Βραζιλία και έθεσαν τη βάση ενός παγκοσμίου εμπορικού δικτύου. Οι έμποροι του Άμστερνταμ είχαν το μεγαλύτερο μερίδιο στην Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών και στην Ολλανδική Εταιρεία Δυτικών Ινδιών. Οι εταιρείες αυτές απέκτησαν τις υπερπόντιες κτήσεις που έγιναν η βάση των μετέπειτα Ολλανδικών αποικιών. Το Άμστερνταμ ήταν το σημαντικότερο σημείο για την μεταφόρτωση αγαθών στην Ευρώπη και αποτελούσε το ηγετικό οικονομικό κέντρο του κόσμου.
Ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε δραματικά. Το 1570, το Άμστερνταμ είχε περίπου 30.000 κατοίκους. Το 1622 έφθασε τις 100.000 και, στα τέλη του 17ου αιώνα τις 200.000. Μόνο το Λονδίνο, το Παρίσι και η Νάπολη είχαν εκείνη την εποχή ανάλογο αριθμό κατοίκων. Σε εκείνη ακριβώς την εποχή, οφείλεται η πολύ μεγάλη διεύρυνση των ορίων της πόλης, που είχε ως αποτέλεσμα αυτό που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης. Ένα τεράστιο δίκτυο ομόκεντρων ημικυκλικών καναλιών, που ονομάζεται «Ζώνη των Χράχτεν» (De Grachtengordel). Στις όχθες των καναλιών και, ανάλογα με την περιοχή της πόλης, υπάρχουν πανέμορφες και πανάκριβες επώνυμες κατοικίες, που ανήκαν στους μεγαλεμπόρους και επιχειρηματίες εκείνης της εποχής. Σήμερα, οι περισσότερες από αυτές περιλαμβάνονται στον κατάλογο των διατηρητέων μνημείων της πόλης (rijksmonumenten).
Προς το τέλος του 17ου αιώνα, η ανάπτυξη της πόλης παρουσίασε μια σταδιακή ύφεση. Το 1683 η οικοδομική δραστηριότητα σταμάτησε. Στην ανατολική όχθη του ποταμού Άμστελ υπήρχε τόσος διαθέσιμος χώρος που, τα οικόπεδα δόθηκαν σε φιλόπτωχες οργανώσεις και το -σημερινό- Πλαντάζ (Plantage) λειτούργησε ως χώρος περιπάτου. Οι πόλεμοι με το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία είχαν άμεσο αντίκτυπο στο Άμστερνταμ. Κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων, οι περιουσίες των κατοίκων του Άμστερνταμ λιγόστεψαν αισθητά. Από τα μισά του 18ου αιώνα, ο πληθυσμός άρχισε σταδιακά να μειώνεται, για να φτάσει το 1815 στο χαμηλότερο σημείο του, στις 140.000 κατοίκους περίπου.Κατά τον 19ο αιώνα, υπήρξε περίοδος ανάκαμψης. Το Κανάλι Άμστερνταμ-Ρήνος χάρισε στο Άμστερνταμ άμεση πρόσβαση στον Ρήνο, ενώ το 1825 το Βορειοολλανδικό Κανάλι (Het Noordhollandsch Kanaal) συνέδεσε την πόλη με το Ντεν Χέλντερ. Επίσης, το 1839 κατασκευάστηκε η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή της Ολλανδίας, που συνέδεσε το Άμστερνταμ με το Χάαρλεμ. Τέλος, από το 1876 το Κανάλι της Βόρειας Θάλασσας (Ηet Noordzeekanaal), αποτέλεσε την απευθείας σύνδεση του λιμένα του Άμστερνταμ με τα κινητά υδατοφράγματα (sluizen) στο Έιμάουντεν (IJmuiden) και από εκεί διέξοδο στη Βόρεια Θάλασσα. Από το 1850 άρχισε να επεκτείνεται η πόλη έξω από το όριο του καναλιού Σίνγκελ (Singelgracht), που υπήρχε εκεί από τον 17ο αιώνα.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, με τη Βιομηχανική Επανάσταση, ξεκίνησε μία νέα περίοδος επέκτασης της πόλης στην περίφημη «Ζώνη των Χράχτεν». Το εμπόριο αναζωπυρώθηκε, νέες βιομηχανίες δημιουργήθηκαν και ο πληθυσμός διπλασιάστηκε. Από τις 250.000 το 1850, έφτασε σχεδόν στις 510.000 το 1900. Οι κοινωνικές αναταράξεις που έφερε η Βιομηχανική Επανάσταση, έκαναν το Άμστερνταμ το κέντρο της ολλανδικής σοσιαλδημοκρατίας και οδήγησαν σε, μεγάλης κλίμακας, επέκτασή του (Σχέδιο Νότος, Σχέδιο Δύση κ.λ.π.). Οι κακές συνθήκες διαβίωσης στους χαμηλόμισθους εργάτες, οδήγησαν στα επεισόδια της συνοικίας Γιορντάαν (Ηet Jordaanoproer), κατά τα οποία έχασαν τη ζωή τους επτά άνθρωποι.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Ολλανδία παρέμεινε ουδέτερη, αλλά το Άμστερνταμ υπέφερε λόγω της έλλειψης τροφίμων.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, Γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την πόλη και περίπου 110.000 κάτοικοι έχασαν τη ζωή τους. Από την ογκώδη Εβραϊκή Κοινότητα, το μεγαλύτερο μέρος της, περίπου 75.000 άνθρωποι δεν επέζησαν της Γερμανικής κατοχής. Το ολλανδικό κύμα αντίστασης ήταν από τα εντυπωσιακότερα της Ευρώπης. Συγκροτήθηκαν αντιστασιακά σώματα, όπως το Ελεύθερη Ολλανδία (Vrij Nederland), αλλά και καλλιτεχνικά κινήματα με τον Χέριτ φαν ντερ Φέιν (Gerrit van der Veen). Οι ιστορίες για τους Εβραίους του Άμστερνταμ σε αυτή την σκληρή περίοδο έχουν κάνει το γύρο του κόσμου, από τις οποίες η πιο γνωστή αφορά σε ένα νεαρό κορίτσι, την Άννα Φρανκ και το περίφημο ημερολόγιό της.
Μετά τον πόλεμο, η ιστορία του Άμστερνταμ έχει να κάνει με γεγονότα που, ως βασικό θέμα, είχαν το οξύτατο στεγαστικό πρόβλημα που, ακόμη και σήμερα προβληματίζει τις δημοτικές αρχές. Στην αρχή εφαρμόστηκε το Γενικό Σχέδιο Αστικής Επέκτασης (Ηet Algemeen Uitbreidingsplan) που, όπως ακριβώς λέει η ονομασία του, δημιούργησε νέες μεγάλες συνοικίες στα δυτικά και στα νότια της πόλης. Επίσης επεκτάθηκε το βόρειο τμήμα και, στη δεκαετία του ’60, δημιουργήθηκε εκτεταμένο δίκτυο μετρό.Αυτή και η επόμενη δεκαετία, σημαδεύτηκε και από αρκετά γεγονότα όπως ήσαν οι ταραχές κατά τη διάρκεια του γάμου της πριγκίπισσας Βεατρίκης, τον Μάρτιο του 1966, και εκείνες της Νέας Αγοράς (Nieuwmarktrellen), το 1975. Το τριήμερο 13-15 Ιουνίου του 1966, το Άμστερνταμ γνώρισε εργατικές ταραχές. Τα επεισόδια πυροδοτήθηκαν από το θάνατο οικοδόμου διαδηλωτή, ο οποίος παρασύρθηκε από αστυνομικό όχημα, και ακολούθησε απεργία και πορεία διαμαρτυρίας. Οι ταραχές απέκτησαν μεγαλύτερες διαστάσεις μετά την είσοδο στο προσκήνιο των Ολλανδών αναρχικών "πρόβο" και, όταν τελικά υποχώρησαν, άφησαν πίσω τους 81 πολίτες και 28 αστυνομικούς τραυματίες[2].
Τον Μάιο του 1977, πυρκαγιά που ξέσπασε στο ξενοδοχείο «Πολωνία», προκάλεσε το θάνατο 33 ατόμων. Το 1980, ξέσπασαν σοβαρά επεισόδια, με αφορμή πάλι τη βασιλική οικογένεια κατά τη διάρκεια ενθρόνισης της Βεατρίκης. Με κεντρικό σύνθημα «όχι σπίτι, (τότε) όχι στέψη» ("Geen woning, geen kroning"), χιλιάδες διαδηλωτές έβαλαν φωτιές στην περιοχή του Ρόκιν. Οι συγκρούσεις που ακολούθησαν είχαν ως αποτέλεσμα των τραυματισμό 400 ατόμων.
Στη δεκαετία του ’80, ήλθαν στην πόλη πολλοί νέοι ανώτατης εκπαίδευσης, αναζητώντας εργασία στον τομέα παροχής υπηρεσιών, κυρίως. Αυτό όξυνε ακόμη περισσότερο το πρόβλημα ανεύρεσης κατοικίας. Ακόμη, αναπτύχθηκε έντονα ο τομέας ξενοδοχείων και εστίασης (horeca), με την έλευση μεταναστών από άλλες χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα). Από το 1984, και μετά από πολύ καιρό, ο πληθυσμός της πόλης παρουσίασε και νέα αύξηση.
Το 1992 σημαδεύτηκε από το μεγάλο αεροπορικό δυστύχημα της συνοικίας Μπέιλμερμίιρ (Bijlmermeer), όταν ένα Ισραηλινό επιβατικό αεροσκάφος, μετά την απογείωσή του από το Σχίπχολ, έχασε δύο κινητήρες και κατέπεσε σε πολυκατοικία. 43 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και στο σημείο της πτώσης υπάρχει σήμερα μνημείο.
Σήμερα, συνεχίζονται εντατικά οι προσπάθειες ανέγερσης νέων κατοικιών σε περιοχές που, πριν από μερικά χρόνια, ήταν υπαίθριοι χώροι. Κατ’ ουσίαν το στοίχημα για τις αρχές είναι, να τηρηθούν οι ισορροπίες μεταξύ του οξύτατου στεγαστικού προβλήματος και του -παραδοσιακά μεγάλου για τους Ολλανδούς- σεβασμού προς το περιβάλλον.
Η κυρίως πόλη στέκεται πάνω σε 90 «νησιά» (σημ. κατ’ουσίαν νησίδες δημιουργημένες τεχνητά από τα χράχτεν) και μετράει 1539 γέφυρες από τις οποίες οι 252 στο κέντρο της! Το υψόμετρο του Άμστερνταμ είναι μόλις 2 μέτρα. Η πόλη είναι κτισμένη σε μία απόλυτα επίπεδη περιοχή, μερικά τμήματα της οποίας έχουν δημιουργηθεί εξ ολοκλήρου μέσω δημιουργίας πόλντερς, όπως το Χάαρλεμερμίιρ (de Haarlemmermeer) και το Μπέιμστερ (de Beemster).
Το Άμστερνταμ βρίσκεται σε μία περιοχή με ήπιο ωκεάνιο κλίμα, όπου τα μετεωρολογικά φαινόμενα επηρεάζονται άμεσα από την προς δυσμάς κείμενη Βόρεια θάλασσα και τους βορειοδυτικούς ανέμους που πνέουν από εκεί, αρκετές φορές θυελλώδεις. Σχετικά ήπιες είναι και οι χειμερινές θερμοκρασίες, συνήθως πάνω από το μηδέν. Όμως ο παγετός δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο, ιδιαίτερα όταν πνέουν ριπές ανατολικών ή βορειοανατολικών ανέμων από την ευρωπαϊκή ενδοχώρα και, κυρίως από την Σκανδιναβία, τη Ρωσία ή και από τη Σιβηρία. Τα καλοκαίρια είναι και αυτά ήπια, συνήθως ζεστά, ενώ πολύ σπάνια εμφανίζεται καύσωνας.Υπάρχουν ημέρες με υψηλό αριθμό κατακρημνισμάτων, αλλά όχι πάνω από τα 850 χιλιοστά ετησίως. Το συνηθέστερο κατακρήμνισμα είναι το συνεχές ψιχάλισμα (motregen), ή απλή βροχή. Παρά ταύτα, όταν πνέουν ισχυροί δυτικοί άνεμοι, το ύψος βροχής μπορεί να ανέβει τόσο πολύ, ώστε τίθενται σε λειτουργία ειδικές αντλίες γύρω από την πόλη και, το νερό που περισσεύει παροχετεύεται στη θάλασσα ή σε υψηλότερα σημεία. Βέβαια, η παρουσία άφθονου ύδατος στις εδαφικές λεκάνες, είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση άφθονων νεφών και υγρασίας, ιδιαίτερα τους μήνες από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο.
Το 2000, ένα ποσοστό 56% των κατοίκων του Άμστερνταμ δήλωσε ότι δεν ακολουθεί κάποιο θρησκευτικό δόγμα, ούτε ανήκει σε κάποια εκκλησιαστική κοινότητα. Για το υπόλοιπο ποσοστό, οι θρησκείες που κυριαρχούσαν ήσαν ο Χριστιανισμός με 17% και ο Μουσουλμανισμός με 14%. Μία έρευνα του Γραφείου Έρευνας και Στατιστικής του Άμστερνταμ έδειξε ότι, μετά από λίγα χρόνια, το κυρίαρχο δόγμα θα είναι ο Μουσουλμανισμός, λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης του πληθυσμού ατόμων από το Μαρόκο και την Τουρκία.Τα τελευταία χρόνια, λόγω της έλευσης μεταναστών από πολλές και διαφορετικές χώρες, άρχισαν να αναπτύσσονται τα δόγματα του Βουδισμού και του Ινδουισμού.Το 1578, σχετικά αργά, το Άμστερνταμ αποκήρυξε τον Καθολικισμό και ενώθηκε με τις άλλες ολλανδικές πόλεις στον αγώνα κατά των Ισπανών. Οι εκκλησίες και τα παρεκκλήσια πέρασαν σε χέρια Προτεσταντών, ενώ οι Καθολικοί αναζήτησαν καταφύγιο σε κρύπτες εκκλησιών, ή εγκατέλειψαν την πόλη. Στα τέλη του 16ου και σε όλο τον 17ο αιώνα, ήλθαν μετανάστες με τα δικά τους θρησκευτικά πιστεύω, όπως Σεφαραδίτες Εβραίοι, Γάλλοι Ουγενότοι και Προτεστάντες από τη Ν.Ολλανδία. Κατά τον 20ο αιώνα, υπήρξε μαζική έλευση Εβραίων, οι οποίοι κατά το μεγαλύτερο μέρος έχασαν τη ζωή τους στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
ΠΗΓΕΣ: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CE%BC%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%BC
ΣΥΝΤΑΞΗ: Σπύρος Παπασπύρος,Sofia Pantazi!